Search This Blog

Wednesday, April 2, 2014

Μια νύχτα με τον Kurt Vile στο Gagarin



Τον Kurt Vile τον ανακάλυψα κάπως καθυστερημένα, εκεί στις αρχές του 2011 ψάχνοντας μουσικές στο site του SXSW εκείνης της χρονιάς.
Όμως, ψάχνοντας λίγο καλύτερα μέσα μου και πίσω εκεί στο παρελθόν μου σε σχέση με τη μουσική ανακάλυψα ότι ο Kurt Vile ήταν πάντα εκεί.
Το ίδιο ακριβώς ένοιωσα χτες βράδυ στο Gagarin. Σαν στο σπίτι μου.
Τον Kurt Vile είδα πρώτη φορά ζωντανά πέρσι νωρίς το απόγευμα της πρώτης αν θυμάμαι καλά μέρας της Primavera.Είχε ήλιο, φυσούσε δροσερός αέρας  που του ανέμιζε τα μαλλιά, φορούσε κάτι παλιομοδίτικα θαλασσιά ρούχα και  ίσως μόνο εγώ μπορούσα να δώ πως τα μάγουλά του ήταν ροδοκόκκινα και τα χείλια του σαν βαμμένα με αυτό το άλικο χρώμα που έχουν οι έφηβοι. Ήταν σαν μόνος αυτός με το κοινό του, πολλά παιδιά με χίπστερ ντυσίματα και τα κορίτσια μπροστά μπροστά είχαν όλα μακριά ανάκατα μαλλιά φορώντας πλεξίδες με ψεύτικα λουλούδια σε αυτά, όπως κι εκείνα στους MGMT όταν είχαν έρθει στην Τεχνόπολη. Είχε παίξει κομμάτια από τον τελευταίο του δίσκο αλλά και παλιότερα κι αυτό που εισέπραττες μετά τα 45 λεπτά που μας όφειλε ήταν μια γενναιόδωρη αίσθηση οικειότητας με έναν ήχο που σαν να ερχόταν από παλιά, από εκεί που ήρθαν κι οι μουσικές ανθρώπων που κάποτε άλλαξαν την ιστορία.
Χτες βράδυ στο Gagarin λοιπόν όλα μπήκαν στη θέση τους.
Τα τραπεζάκια με τα κεράκια και τις καρεκλίτσες που νοικιάζεις από αυτά τα ‘μαγαζιά’ που εξυπηρετούν γάμους  και βαφτίσεις σε κτήματα και μεγάλα σπίτια στην αρχή σοκάρισαν δημιουργώντας στην καλύτερη μειδιάματα όμως ήταν τελικά αυτά τα απαραίτητα αξεσουάρ για να εξυπηρετηθεί ένα αόρατο ρακόρ ανάμεσα στον χώρο του κοινού και τη σκηνή.
Το τραπεζάκι με το παλιό, βγαλμένο από την αρχή της δεκαετίας του 60, πορτατίφ και το τσιβελωτό πολύχρωμο πάτσγουορκ  χαλάκι  μπορεί να θύμιζαν ντεκόρ ξενοδοχείου Ξενία, αλλά ήταν κι αυτά τα αναγκαία  κι ικανά αντικείμενα για να στηθεί  το σκηνικό μιας πολύ ιδιαίτερης στιγμής. Ή ενός πολύ ιδιαίτερου live.
Παραβλέποντας την κατά την ταπεινή μου γνώμη ατυχή επιλογή των Egg Hell για support – δεν ήταν ‘awkward’ το set up αλλά η μουσική τους σε σχέση με αυτό που θα ακολουθούσε-  η βραδιά ουσιαστικά ξεκίνησε με τον άγνωστο σε μένα Pall Jenkins που χτες το βράδυ απέκτησε μία καινούρια και αιώνια οπαδό: Εμένα.Το ατσούμπαλο παρουσιαστικό του, που μου θύμισε μια κακή, παραφουσκωμένη εκδοχή του Neil Young, υπογράμμιζε ιδιοφυώς την  εξαιρετική φωνή του ενώ δούλευε σε πλήρη αρμονία με τον πόνο και τον σαρκασμό που μετέδιδαν τα τραγούδια του και κυρίως ο τρόπος που τα έντυνε η μουσική του.
Ο Pall Jenkins ήταν η τέλεια πάσα για τον Vile κι η δεύτερη σπουδαία ιδέα της βραδιάς μετά το στήσιμο του χώρου πάνω και κάτω από τη σκηνή. Δούλεψε εντελώς  υποστηρικτικά με την καλή έννοια του όρου κι ακριβώς όπως έπρεπε για να μας προετοιμάσει για το τρίτο και βασικό σκέλος της βραδιάς.
Ο Kurt Vile καταρχάς ήταν καλύτερα ντυμένος από εκείνη τη μέρα στην Primavera.To ντύσιμό του υπογράμμιζε την αντίθεση ανάμεσα στο σώμα ενός αδύνατου άνδρα και τη δύναμή του, έτσι όπως αυτή φάνταζε πάνω στην αύρα και τον όγκο που σχημάτιζαν τα μακριά, ατίθασα,χίππικα μαλλιά του.
Έτσι λοιπόν σαν ένας άνδρας που θα παραμείνει για πάντα αγόρι, καθιστός στην καρεκλίτσα πάνω στο χαλάκι του και σαν στο σπίτι του - κι αυτός-  έπαιξε μόνος του τα κομμάτια που αγαπάνε όσοι τον αγαπάνε. Αυτή ήταν η τρίτη καλή ιδέα και η κορυφαία της βραδιάς.
Ήταν ένας μοναδικός τρόπος να ακούσεις και να εστιάσεις πάνω σε μια φωνή που έρχεται απευθείας από εκείνα τα χρόνια της δεκαετίας του '60 που ο Bod Dylan απέτινε φόρο τιμής στον Woody Gathrie, μια φωνή γλυκιά και καθαρή όσο κι ο άνθρωπος που την έχει.
Το έργο του ήταν εύκολο κι ο κύβος ερριμμένος. Δεν χρειάστηκε να κάνει καμία προσπάθεια για να με κερδίσει. Αφοπλιστικά ήρεμα και με μια απίστευτη σεμνότητα ο  Kurt Vile έπαιξε μπάντζο, κιθάρα και μερικά από τα πιο αγαπημένα μου κομμάτια ταξιδεύοντάς με στα μέρη του και στις εποχές που γεννήθηκαν μουσικές και τραγούδια που έβαλαν εμένα κα τη γενιά μου σε μια ατέλειωτη συναρπαστική περιπέτεια πολύ πριν μας αλλάξει εντελώς τον τρόπο που ακούμε μουσική και τελικά την ίδια τη ζωή ο Ziggy Stardust και οι Spiders From Mars.
Αν η στιγμή είχε ένα flash back video θα αποτυπωνόταν εξαίσια από το Ι am a child των Buffalo Springfield  ντυμένο με εικόνες ενός φανταστικού road trip μοναχικής πεζοπορίας στο Appalachian Trail από τα δάση του Βόρειου Maine στον ποταμό Tallulah της Georgia και μέχρι την Atlanta.
Μαζί μου τα τραγούδια που άκουσα χτες, με τον τρόπο που τα άκουσα χτες, μια βαλιτσούλα με τα απαραίτητα, μια κουβερτούλα σαν το χαλάκι το πάτσγουορκ, λίγα λεφτά και πολύ καλή διάθεση για εξερεύνηση. Δυστυχώς θα ήθελα και τον  Kurt Vile αλλά άκουσα ότι είναι μικροπαντρεμένος και δεν έχει μάτια για άλλες.

Βαθμός σχέσης τιμής / εμπειρίας : 10 στα 10
Βαθμός  δυσκολίας ‘’μπαίνω στο mood για να ακούσω κάτι διαφορετικό με διαφορετικό τρόπο’’: Μέγιστος ,αλλά όχι για μένα:p 
Βαθμός ‘’θα το ξανάκανα’’: 10 στα 10
Roadtrip Soundtrack για μυημένους: Αυτό 

No comments:

Post a Comment